IPC (Indice de Precios al Consumo) - translation to ισπανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

IPC (Indice de Precios al Consumo) - translation to ισπανικά

Indice de precios
  • índice de precios al consumo de (1913 - 2006)

IPC (Indice de Precios al Consumo)      
= consumer price index (CPI), Retail Price Index (RPI).
Nota: Informe mensual sobre el precio medio de diversos productos y servicios que sirve de medida de la fluctuación del coste de vida.
Ex: While most Americans have heard of the consumer price index (CPI), many people are not knowledgeable about its meaning or history.
Ex: One problem encountered was the difficulty in obtaining information about the means used to calculate the book component of the Retail Price Index (RPI).
índice de precios         
(n.) = price index
Ex: Taking 197 as the base year, the price index of journals for an academic veterinary library has risen 143.00 points, an annual average of 15.89 points through 1986.
octanaje         
n. octane, unit of quality measurement in automobile gasoline; hydrocarbon with eight carbon atoms

Ορισμός

propensión marginal al consumo
Economía.
Aumento en el consumo por cada unidad adicional de ingreso. Aunque suele tener el mismo signo (excepto en bienes inferiores puede ser más o menos proporcional.

Βικιπαίδεια

Índice de precios

Un índice de precios es un número índice calculado a partir de los precios y cantidades de un período. El más utilizado es el Índice de precios al consumo, que mide cómo evoluciona el gasto de una familia media.